Λύσσα

H λύσσα είναι οξεία ιογενής νόσος του  νευρικού συστήματος που μεταδίδεται στον άνθρωπο από δήγμα (δάγκωμα) λυσσασμένου ζώου.

H λύσσα είναι οξεία ιογενής νόσος του  νευρικού συστήματος που μεταδίδεται στον άνθρωπο από δήγμα (δάγκωμα) λυσσασμένου ζώου.

Ενώ ο σκύλος και άλλα οικόσιτα ζώα (π.χ. γάτες, βοοειδή) παραδοσιακά ήταν και εξακολουθούν να είναι οι κυριότερες πηγές μετάδοσης της λύσσας σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, στις ανεπτυγμένες χώρες, τα άγρια ζώα (π.χ. νυχτερίδες, αλεπούδες) αποτελούν βασική δεξαμενή μετάδοσης. Σε αρκετές περιπτώσεις λύσσας, ο ιός μεταδίδεται χωρίς σαφές ιστορικό δαγκώματος (αμυχές, μικροεκδορές κατά την διάρκεια συγχρωτισμού). Μετάδοση χωρίς δήγμα σπανίως συμβαίνει. Έχει περιγραφεί πάντως μετάδοση λόγω έκθεσης σε αερολύματα μολυσμένων νυχτερίδων σε σπηλιές και μετά από μεταμόσχευση μολυσμένων οργάνων.
Η περίοδος επώασης της ασθένειας κυμαίνεται από δύο εβδομάδες έως πάνω από χρόνο, με συνήθη περίοδο επώασης τους ένα - τρεις μήνες. Η χορήγηση αντιλυσσικού ορού κατά το διάστημα της επώασης είναι σημαντική. Ο ιός της λύσσας μεταναστεύει από το σημείο του δήγματος αρχικά κεντρομόλα κυρίως μέσω κινητικών και αισθητικών νευρώνων, στο ΚΝΣ (εγκέφαλος -  νωτιαίος μυελός) και στη συνέχεια φυγόκεντρα προς άλλους ιστούς (π.χ. σιελογόνοι, ήπαρ, επινεφρίδια, καρδιά). Η αναπαραγωγή του ιού στους σιελογόνους αδένες είναι υπεύθυνη για την διασπορά του ιού μετά από δήγμα λυσσασμένου ζώου. Μετά την ασυμπτωματική περίοδο επώασης, αρχίζει η κλινική νόσος. Στην αρχή εμφανίζονται μη ειδικά συμπτώματα όπως πυρετός, πονοκέφαλος, ναυτία έμετοι, πόνος ή κνησμός στο σημείο της έκθεσης. Στη συνέχεια εμφανίζονται συμπτώματα από την προσβολή του ΚΝΣ:
Πυρετός με εριστικότητα, υπερκινητικότητα, σπασμούς, διαστροφή της συμπεριφοράς, διαταραχές συνείδησης, αεροφοβία και υδροφοβία. Η αεροφοβία και η υδροφοβία αποτελούν διαταραχές της συμπεριφοράς κατά τις οποίες γίνεται ακούσια και επώδυνη σύσπαση διαφράγματος, αναπνευστικών, λαρυγγικών και φαρυγγικών μυών, ως αντίδραση κατά την κατάποση υγρών ή κατά την διάρκεια επαφής με ρεύμα αέρα.
Σε ένα μικρό τμήμα των ασθενών, η υδροφοβία, αεροφοβία και η διαταραχή συνείδησης απουσιάζουν, ενώ στην κλινική συμπτωματολογία προεξάρχουν  οι παραλύσεις των μυών.
Ο θάνατος επέρχεται μετά από κώμα ή οργανική ανεπάρκεια. Η διάγνωση τίθεται με ανίχνευση του ιού στο σάλιο, το ΕΝΥ, τον ορό, το δέρμα.
Με δεδομένη τη συχνή αστοχία της θεραπείας στην περίπτωση της λύσσας, η πρόληψη έχει ζωτική σημασία. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στην περίπτωση ταξιδιωτών σε ενδημικές περιοχές. Συνιστάται να αποφεύγεται ο συγχρωτισμός  με ζώα που δεν έχουν υγειονομική φροντίδα, καθώς και  η παραμονή και ο ύπνος σε εξωτερικούς χώρους, όπου η επαφή με το σίελο μολυσμένου ζώου από μη αντιληπτούς  μικροτραυματισμούς (π.χ. νυχτερίδες) είναι δυνατή. Κάθε άτομο πρέπει να γνωρίζει ότι το καλό απλό πλύσιμο της πληγής με καλό αντισηπτικό αφρίζον καθαριστικό και τρεχούμενο νερό σε συνδυασμό με την τακτική  τοπική αντισηψία έως την επούλωση, είναι βασικά προληπτικά μέτρα που μειώνουν τον κίνδυνο έως 90%.
Εάν συμβεί δάγκωμα από ζώο και πρόκειται για οικόσιτο σκύλο ή  γάτα, το  ζώο πρέπει να γίνεται αντικείμενο παρατήρησης επί δεκαήμερο. Εάν το ζώο δεν εμφανίσει συμπτώματα λύσσας, δεν απαιτείται αντιλυσσικός ορός. Εάν το ζώο είναι άγριο, υπάρχει λύσσα στην περιοχή  και πρόκειται για  σκύλο γάτα ή νυφίτσα, το ζώο πρέπει να συλλαμβάνεται, να απομονώνεται επί δεκαήμερο και να εξετάζεται. Σε ορισμένες περιπτώσεις απαιτείται η θανάτωση του ζώου και η εργαστηριακή εξέταση του εγκεφάλου. Σε περίπτωση εντοπισμού λύσσας στο υπό εξέταση ζώο χορηγείται αντιλυσσικός ορός και εμβόλιο. Σε εκθέσεις υψηλού κινδύνου σε ενδημικές περιοχές, η χορήγηση αντιλυσσικού ορού και εμβολίου γίνεται χωρίς την αναμονή εργαστηριακών αποτελεσμάτων.
Ο προληπτικός εμβολιασμός χορηγείται σε άτομα, τα οποία λόγω επαγγέλματος ή δραστηριοτήτων αναψυχής έχουν υψηλό κίνδυνο προσβολής από λύσσα.
Στην περίπτωση έκθεσης σε λύσσα  ατόμων που έχουν ήδη εμβολιαστεί, δεν χορηγείται αντιλυσσικός ορός, αλλά γίνονται αναμνηστικές δόσεις του εμβολίου. Το αντιλυσσικό εμβόλιο και ο αντιλυσσικός ορός δεν χορηγούνται ποτέ στην ίδια θέση.
Μετά την παρασκευή κατά τα τελευταία χρόνια υψηλής ποιότητας κεκαθαρμένου ορού και εμβολίου, σοβαρές παρενέργειες από την χορήγησή τους είναι σπάνιες. Φθηνότερα σκευάσματα που κυκλοφορούν ακόμη σε ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες, έχουν συνδεθεί με σοβαρές νευρολογικές επιπλοκές.
H γεωγραφική κατανομή της λύσσας αξιόπιστα όλο το 24ωρο στο http://www.who.int/rabies/rabies_maps/en/

Διαβάστε επίσης...

Περισσότερες κατηγορίες...

Σημείωση: Αυτές οι πληροφορίες προορίζονται για γενική πληροφόρηση και ενημέρωση του κοινού και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την συμβουλή ιατρού ή άλλου αρμοδίου επαγγελματία υγείας.